Η στιγμή που περίμεναν:
Την ώρα που λίγο μόνο φως μένει στον ουρανό πριν παραδοθεί στο απόλυτο σκοτάδι,εκείνη την ώρα μπορούσε να τον δει.Και εκείνος είναι απέναντί της,μπορεί να την ακούσει.Είναι πια ορατός…
Πόσα χρόνια έχει να τον συναντήσει,πόσα μαρτυρικά χρόνια.
Η καρδιά της χτυπάει δυνατά,όπως τότε την πρώτη φορά κι εκείνος της χαμογελά,απλώνει το χέρι του να αγγίξει το δικό της,αισθάνεται το άγγιγμά του ,το αίμα της κυλάει, ξανά .Χάνεται στα πράσινα μάτια του που την κοιτάζουν με τόση κατανόηση,ζωγραφίζοντας τα δικά της με το χρώμα της χαράς για λίγο…για λίγες μόνο στιγμές.
Στιγμές που αξίζουν μια ολόκληρη ζωή.Ο χρόνος θαρρείς πως καταλαβαίνει με πόση λαχτάρα περίμεναν τούτη τη στιγμή και κυλά πιο αργά ….
Κι η φύση υποκλίνεται στην δύναμη της αγάπης τους,έχει μαζέψει τους ανέμους που σώπασαν υποταγμένοι στο πρόσταγμά της,ν’ ακουστεί η φωνή της Δροσοσταλιάς.
– Ρωμανέ μου!! Πόσα χρόνια έχουν περάσει,σ’ έψαχνα δεν σ’ έβρισκα πουθενά,η απουσία σου με τσάκιζε σαν γέρικο καράβι στ’ απότομα βράχια…σ’ ένιωθα δίπλα μου συχνά…
-Δροσοσταλιά μου!!! ποτέ δεν έφυγα , μα δε μπορούσες να με νιώσεις,πάντα σ’,ακολουθούσα σα σκιά ,σ’ έβλεπα εσύ όμως όχι.Σου μιλούσα μα ούτε καν τα χείλη μου δε μπορούσες να διαβάσεις…Μόνο εκείνη δεν μπορούσε να τον δει,οι άλλοι τον έβλεπαν ,συνέχιζε να ζει ακολουθώντας την.
Όλοι νόμιζαν πως η Δροσοσταλιά έχασε τα λογικά της.
– Μερικές φορές σ’ άκουγα,αυτό με κράταγε,μα παιχνίδια του μυαλού μου νόμιζα πως ήταν,δεν έπαιρνα απάντηση..
– Δεν μπορούσα να σ’ ακούσω … τυρρανία δίχως τέλος,ατέλειωτες… αβάσταχτες ώρες…
Δεν έχουμε χρόνο,πρέπει να πας στην κορυφή του βουνού και να βρεις την Άρτια,σε λίγες μέρες θα ‘ χει Πανσέληνο,τότε πρέπει,εκείνη θα σου πει,εκείνη ξέρει,την είδα πρώτη φορά όταν πήγα για κυνήγι,από μακριά είδε την κατάρα που κουβαλάω,μου έγνεψε να πάω κοντά της,εκείνη δε μπορεί να ‘ ρθει κανείς δεν ξέρει ότι υπάρχει,πήγαινε!!!Η σκόνη που βρήκες εκείνη μου την έδωσε μα δεν μπορούσες ν’ ακούσεις τις οδηγίες μου…
Και ξαφνικά το σώμα του άρχισε να γίνεται διάφανο,την ώρα που το φως χανόταν παίρνοντας μαζί τη μορφή του…κι η φωνή του χανόταν .
– Μην σταματήσεις να μ’ αγαπάς,μη χάσεις την ελπίδα σου…αν το κάνεις θα χαθώ για πάνταααα…
Τώρα πια είναι σίγουρη,ξέρει δεν χάθηκε ,δεν την άφησε ο αγαπημένος της,δεν ήταν δημιούργημα της φαντασίας της τα λόγια που άκουγε μερικές φορές,ήταν εκεί,δίπλα της μα δε μπορούσε να τον δει ή ν’ ακούσει τη φωνή του,μόνο κάποιες φορές,μόνο για λίγο.
Μέτραγε τις ώρες που περνούσαν αργά ως την Πανσέληνο .
Περίμενε πως και πως την ώρα του δειλινού κι άρχιζε να του μιλάει,για δευτερόλεπτα τον έβλεπε,για μια στιγμή όταν βρισκόταν έξω από το σπίτι στο λιγοστός φως της μέρας.
Εδώ και οχτώ χρόνια είχε εγκαταλείψει το σπίτι στη μικρή πόλη κι έμενε στο χωριό της,μόνη της πλέον αφού τρια χρόνια μετά έχασε και τη μητέρα της.
Δέκα χρόνια έμεινε σ’ αυτό το καταρεμένο σπίτι…δέκα χρόνια δυστυχίας,που δεν έχει τελειωμό.
Η αιτία της κατάρας- συνάντηση με την Άρτια.
Η Δροσοσταλιά δεν άντεχε να περιμένει έπρεπε να συναντήσει την Άρτια.
Μετά από περπάτημα ενός ημερόνυχτου έφτασε στην κορυφή.
Περίμενε για ώρες,ώσπου είδε μιαν όμορφη γυναίκα γύρω στα τριάντα να εμφανίζεται από το πουθενά.Έμοιαζε σαν να απέδρασε από παραμύθι μ’ ένα λιλά μεταξωτό φόρεμα και τις ξανθιές περιποιημένες μπούκλες της να κυματίζουν στο ελαφρύ αεράκι.
Μόλις αντίκρυσε τη Δροσοσταλιά της χαμογέλασε με κατανόηση.
– Χρόνια σε περίμενα! είπε πιάνοντας απαλά το χέρι της.
Την κοίταξε στα μάτια.
– Τώρα εξηγούνται όλα ….είπε κι άρχισε να της διηγείται την ιστορία της κατάρας,σα σκηνές από ταινία που προβάλλονταν στα μάτια της Δροσοσταλιάς!
-Το αρχοντικό αυτό ανήκε στην οικογένεια του Λίβυου ,η οποία χρώσταγε μεγάλο χρηματικό ποσό στον προπαππού σου κι ήταν αδύνατο να ξεχρεώσουν,έτσι το σπίτι πέρασε στα χέρια σας.
– Μα…δεν ήταν δικό μας,το αγοράσαμε…
– Δεν γνωρίζεις όσα θα σου πω,κανείς δεν τα γνωρίζει,μόνο εκείνοι που δε βρίσκονται πια στη ζωή,ούτε ο πατέρας σου γνώριζε.
Ο Λίβυος νέος τότε ,αγανάκτισε με την άδικη κατάσχεση της περιουσίας του και λογομάχησε έντονα με τον προπάππο σου.
Κι εκείνος σε ανυποψίαστη στιγμή του αφαίρεσε τη ζωή,τόσο άδικα ,γιατί ήταν απειλή για τα συμφέροντά του,χωρίς οίκτο την πρώτη νύχτα του γάμου του,ύπουλα,άνανδρα.
Και το φονικό το έριξαν σ’ έναν από τους απλήρωτες εργάτες του Λίβυου ,εκμεταλλεύτηκαν την ασθένεια του γιου του,έτσι παραδέχτηκε την » ενοχή» του. έναντι αμοιβής για τη θεραπεία του παιδιού του..τ’ άδικο όμως…
-Ω!!! Θέε μου!!! Αυτή την κατάρα κουβαλώ;πληρώνω αδικίες άλλων;
-Έχεις το αίμα τους στις φλέβες σου,γι αυτό πληρώνεις.
– Κι ο πατέρας μου;πως γλύτωσε;
– Το στοιχειό εκδικείται ώσπου να μη μείνει κανένας απο σας.Μόνο σε’ κείνο το σπίτι είναι πανίσχυρος.
Η υπηρέτρια κατάλαβε ότι κάτι ανεξήγητο συμβαίνει με το θανατικό και φυγάδευσε τον πατέρα σου,τον έδωσε σε μια οικογένεια που δεν είχαν παιδιά στο χωριό που γεννήθηκες,δεν ήταν οι πραγματικοί σου παππούδες.
– Κι η υπηρέτρια;…ζει;
– Εξαφανίστηκε ,γλύτωσε από τη μανία του, στοιχειού …ζει …όμως πολύ μακριά απο ‘ δω την φυγάδευσε ο Ροβέρτος που κι αυτός χάθηκε ξαφνικά…η εκδίκηση του στοιχειού σ’ όποιον ανακατεύεται στους λογαριασμούς του.
Κι ο Λίβυος καταδικασμένος ανάμεσα σε δυο κόσμους …την ίδια μέρα σκότωσαν την αγαπημένη του και τον πατέρα του για να μην υπάρχουν μάρτυρες,Έτσι έγινε στοιχειό κι η μοίρα συμμαχός του,ξανάφερε τους απογόνους των φονιάδων του
στο σπίτι του…πήρε το αίμα του πίσω ….
– Τι θέλει πια από μένα;δεν μου έμεινε τίποτα κι ο Ρωμανός;τι φταίει;
Το λάθος του είναι ότι σ’ αγάπησε μα…δεν ξέρεις και κάτι άλλο,ίσως να το χεις καταλάβει,το στοιχειό σ’ ερωτεύτηκε …
– Όλα αυτά φαντάζουν παραμύθια,παρανοϊκά…δεν τα χωράει ανθρώπινος νους…
– Δυστυχώς …όμως δεν είναι,κανείς απο σας δεν ήξερε την ύπαρξή μου,δεν ήρθε για βοήθεια,η δικιά μου η κατάρα δεν λύνεται ,δεμένη ως την αιωνιότητα με το βουνό…εσύ όμως μπορείς!!!
-Μα πώς;
– Σε τρεις μέρες θα ξανάρθεις,να σου δώσω το ξόρκι,ο Ρωμανός στο είπε μα δεν τ’ άκουγες.
– Έριξα τη σκόνη αυτό άκουσα μόνο…
– Θα γίνουν όλα την κατάλληλη στιγμή!
– Να μείνω μαζί σου;δεν έχω κανέναν πια.
Η πρόταση της Δροσοσταλιάς έγινε δεκτή με μεγάλη ευχαρίστηση από την Άρτια.
– Χαρά μου να σε φιλοξενήσω,έχεις δει πολλά οπότε δεν θα παραξενευτείς αν δεις κι εδώ παράξενα πράγματα!
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...