Πάγωσε ο χρόνος !

Πάγωσε ο χρόνος !
Κι εσύ στα χέρια σου κρατάς ένα καντήλι,με τις παλάμες σου οχυρό να μη σου σβήσει,
αυτή η φλόγα  που χορεύει  τρεμοσβήνει,
κόντρα στον άνεμο και λίγο πριν τη δύση !

Πάγωσε η μέρα !Κι ενώ ανοιξιάτικα στολίδια έχει φορέσει,
μια πεταλούδα ψάχνει  για πέταλα στεγνά   ,με το θλιμμένο λάλημα του γκιώνη σαν να της λέει πως σε 
σε λίγο πια ,νυχτώνει !

Κλείσαν οι δρόμοι• κι εσύ κάτω απ’ τα χλωμά φώτα της πόλης ,
ψάχνεις να βρεις κάποιο κρυμμένο όνειρο !
Κλείσε τα μάτια•  και ταξίδεψε στα καλοκαίρια , αυτά που ξέγνοιαστα από πάνω σου περνούσαν 
σαν τα παιδιά που στις αλάνες τριγυρνούσαν !
Κλείσε τον ήχο, σ’ ότι σαπίζει την  αγιόμορφη ελπίδα
σε ότι χαλάει  τη σιωπή •φυσάει και βρέχει  μα
σε λίγο θα κοπάσει η καταιγίδα !

Το κορίτσι με το καντήλι

Ένας σύγχρονος χρησμός !

«Πληγές τα χέρια σου κι αν γέμισαν απο τ’ αγκάθια της ζωής ,συνέχισε γιατί έτσι θα δεις το ρόδο της ν’ ανοίγει ,σκορπίζοντας το άρωμα του! Αθάνατο ρόδο με βελούδινα πέταλα που πάνω τους χάραξες τ’ αρχικά σου!
Κόκκινο, βαθύ ,βελούδινο !!!

Τ’ αγριεμένα κύματα κόπασαν!
Δες,το φεγγάρι ξανά καθρεφτίζεται ήσυχο στα βαθιά νερά του ωκεανού!
Τράβα κουπί ξανά! Είναι μεγάλος ο ωκεανός σου και μακριά η ακτή!
Τράβα κουπί!
Κι η καταιγίδα κόπασε δες! Δες το φεγγάρι ξεπροβάλλει ξανά πάνω απ’ το κατάρτι σου!
Ξόρκισε το κακό και δέξου να βαφτιστείς μεσ ‘στα νερά της ελπίδας !

Μη σε πλανέψουν οι Σειρήνες ,για αλλού ξεκίνησες ,αλλη ρότα χάραξες βγες απο το δρόμο του Οδυσσέα ! Κι αν σ’ εβγαλαν αλλού τ’ άγρια σκοτεινιασμένα κύματα τράβα κουπί!
Ανέβα στο κατάρτι , κατέβασε τα μαύρα πανιά της ήττας
κι άνοιξε τα χέρια σου!

Άνοιξε τα χέρια σου σαν τα φτερά του Δαίδαλου και πέτα ώσπου να κρυφτεί ο ήλιος! Ώσπου το πρώτο χρυσό φως της ανατολής στεφανώσει τα αχτένιστα μαλλιά σου !
Αυτά τα μάρμαρα λάμπουν ακόμα στον ήλιο κι εσύ κιοτεύεις;
Δε σου πάει η μιζέρια ,ούτε κι η διχόνοια!
Δε ταίριαξαν ποτέ μ’ αυτή τη χώρα!
Χρειάστηκαν πολλοί για να φτιάξουν τον Παρθενώνα!!!

Άκου αυτά τα λόγια σαν λόγια κάποιου αρχαίου μάντη!

Καρδιά μου…

Καρδιά μου,την πόρτα αν περάσεις,
νομίζω θα ραγίσεις και στα δυο θα σπάσεις,
Καρδιά μου βρες τη δύναμη
και σπάσε τα δεσμά
μ’ αγάπη ντύσανε υποκρισία και ψευτιά
και σου την πρόσφεραν ως δώρο ακριβό
και ‘συ το δέχτηκες
αν κι ήξερες είπες » ευχαριστώ».
Όλη η ζωή μου μια ατέλειωτη μπόρα
ξέχνα το χθες ,προσπέρνα
και προχώρα!!!

Καρδιά μου τις πληγές σου κλείσε
αυτές που σ’ άνοιξαν γιατί τους άφησες ,μα τώρα δείξε
πως έχεις δύναμη για σένα πλέον μόνο
κλείσε την πόρτα σ’ αυτούς που σου’ δωσαν μονάχα πόνο.

Καρδιά μου,νομίζεις πως αυτή ειν’ η ζωή σου,
των άλλων ζούσες κι όχι τη δική σου.
Θυσία μια ζωή γινόσουν για τους άλλους,
κι ας μάτωνες,υπέμενες , ανέχτηκες καημούς ακόμα πιο μεγάλους.
Πόσο εγωίστρια κάποτε… πως ήσουν…
μα εσύ τους άφησες
να σε τσαλαπατήσουν.
Σε ταπεινώνανε κι εσύ απλά είχες παγώσει
συμβιβαζόσουν με κάλπικης αγάπης δόση.
Κι όσοι σύντομα θα σε κατηγορήσουν,
πεσ’ τους τι πέρασες
και πόσα έχασες κυρία να σε χρίσουν,
πάντα οι άλλοι,μόνο εκείνων μέτραγα τη γνώμη
καρδιά μου,σου χρωστώ μία απέραντη συγγνώμη…
τα μάτια μου ζωγράφισε ο πόνος
πληγές που δύσκολα
γιατρεύει μόνο ο χρόνος.

Στάσου στα πόδια σου καρδιά μου και προχώρα
δύσκολο αύριο μα θα’ ναι καλύτερο απ’ το τώρα.

Νυχτερινός ουρανός…

Σκοτείνιασε κι η παγωνιά
του κόσμου πάλι βγαίνει
κάθε που ξυπνάει η νυχτιά
κι ο ήλιος πια σωπαίνει.

Κι έτσι ελεύθερος ο νους,
ψάχνει ελπίδα φρούδα,
γυρεύει δρόμους πιο αγνούς,
στου φεγγαριού τη ρούγα.

Κοίτα τον έναστρο ουρανό
δες …ένα αστέρι πέφτει
σε ‘ κείνο κάνε μια ευχή
του κόσμου τον καθρέφτη.

Και τ’ ουρανού την φορεσιά
κεντάν’ στολίδια άσπρα

μα πιάστηκε η μοναξιά
στου Αυγερινού τα κάστρα!!!
480588_131924780296338_1418989225_n (1)

Κοιτάζοντας τον ουρανό…

Πάνω στο γαλάζιο,
τ’ ουρανού το απέραντο
σμήνος από πουλιά
που φεύγουν σιωπηλά.
Ζηλεύω …αυτό τους το πέταγμα,
σαν απόδραση ή ξεγνοιασιάς …απόσταγμα
όπως και τ’ αεροπλάνα
φτιάχνοντας όμορφα πλάνα
στ’ ουρανού την αγκαλιά!
Θαρρώ πως κάτι γνέφουν,
κάτι θέλουν να πουν
όπως η γη γυρίζει
κι αυτά θα ξαναρθούν.
Το πέρασμά τους ίδιο,ίδια η διαδρομή,
έτσι είναι και για κάποιους
το διάβα από τη ζωή…
ίδιες κινήσεις κι επαναλήψεις
όπως κι ο ήλιος στο τέλος θα δύσει
μα ανατέλλει ξανά από την αρχή,
πράγματα απλά που ομορφαίνουν τη ζωή!!!
Φωτογραφία: Πάνω στο γαλάζιο,
τ' ουρανού το απέραντο
σμήνος από πουλιά
που φεύγουν σιωπηλά.
Ζηλεύω ...αυτό τους το πέταγμα,
σαν απόδραση ή ξεγνοιασιάς ...απόσταγμα
όπως και τ' αεροπλάνα
φτιάχνοντας όμορφα πλάνα
στ' ουρανού την αγκαλιά!
Θαρρώ πως κάτι γνέφουν,
κάτι θέλουν να πουν
όπως η γη γυρίζει
κι αυτά θα ξαναρθούν.
Το πέρασμά τους ίδιο,ίδια η διαδρομή,
έτσι είναι και για κάποιους
το διάβα από τη ζωή...
ίδιες κινήσεις κι επαναλήψεις
όπως κι ο ήλιος στο τέλος  θα  δύσει
μα ανατέλλει ξανά από την αρχή,
πράγματα απλά που ομορφαίνουν τη ζωή!!!

 

Σιγανές ψιχάλες

Σιγανές ψιχάλες ,σιγανή βροχή,

πέφτουνε οι στάλες μέσα στην ψυχή,

Κι εσύ  ουρανέ μου,πόση  συννεφιά,

βάζεις την καρδιά μου,

ψεύτικα όλα πια.

Κι όπως συννεφιάζει μια κρυφή πληγή,

την ώρα που χαράζει,πάλι αιμορραγεί,

ειν΄αυτή του κόσμου η  κρύα του ματιά

γεμάτη υποκρισία,μίσος και ψευτιά.

Ουρανέ μου, βρέξε μόνο ανθρωπιά,

κι ήλιε μου σβήσε τα δάκρυα με χαρά!!!
image

Και στου φεγγαριού τον κήπο
κρύψε ουρανέ μου,της αγνής φιλίας πια το μύθο….

Aside

Κι έφυγες και ο αγέρας μακριά έπαιρνε τη φωνή μου,
χωρίς ν ‘ ακούς τα λόγια μου, ψυχή μου.

Ξέχασες…σε μια στιγμή όλα τα ξέγραψες
γκρεμίζοντας όνειρα που έχτισα ξανά
χωρίς θεμέλια και βάσεις πουθενά.

Μια ζωή ολόκληρη μαζί σου,επένδυσα το μέλλον μου στην άδεια υπάρξη σου,
σου’ δωσα νόημα,ελπίδα
Και τι δεν σου δωσα…βάζοντας την καρδιά μου για πυξίδα.

Παιδί ακόμα,με τη ζωή σου έπλεξα τη μοίρα τη δική μου
και τόσα χρόνια,αχ,πόσα χρόνια δίπλα σου θεώρησα τιμή μου.

Τι δεν σου έδωσα;μα εσύ τα χάδια σου πρόσφερες ως συνάλλαγμα
μια αγκαλιά ,με χίλια δάκρυα γι αντάλλαγμα.
Τόσες θυσίες,τόσες στιγμές πως σβήνεις
φεύγεις και πίσω σου σημάδια και πληγές μόνο αφήνεις.

Καλό παιδί είπαν κι εγώ η αλήτισσα
Μα τόσα χρόνια τίποτα,ποτέ μου δε σου ζήτησα,
Έδινα μόνο και τα δικά σου θέλω προηγούνταν
Μόνο εσύ για μια ζωή …αυτό ηγούνταν.

Δίχως θεμέλια,έκανα πάλι όνειρα
κι εσύ τα πέταγες στου εγωισμού σου τα λασπόνερα.
Κάποια στιγμή την πόρτα απ’ το κλουβί μου όταν άνοιξα,
είπες» θ ‘ αλλάξω» αυτό θυμάμαι ,αυτό συγκράτησα,
μα μόνο σε λόγια τον εαυτό μου πάλι άφησα.

Και κάθε στιγμή δίπλα σου κι αν δάκρυζα
τα μάτια σκούπιζα και ένα χαμόγελο, σου χάριζα…

Πάλι δακρύζω μα ώσπου να γράψω αυτό το γράμμα,

φτάνει …. της ζωής μου πια το δράμα

έργο θα κάνω χωρίς μια θέση πια για σένα,

με πρωταγωνιστή βασικό …μόνο εμένα!!!

Κι έφυγες

Ελλάδα- Κύπρος

Σήμερα η Κύπρος θλίβεται,
σήμερα η Κύπρος κλαίει,
στρέφεται προς τη μάνα της
και με λυγμούς της λέει:

Φωνή δε βγαίνει… δε μιλά
πνίγεται στους λυγμούς της…
κι η μάνα της με στεναγμό
ακούει τους σπαραγμούς της.

Κόρη μου τι έχεις σήμερα;
γιατί είσαι θλιμμένη;
ποτάμια έχεις δάκρυα
κι η εσάρπα σου βρεγμένη.

Ξέχασες μάνα;…..
σήμερα…σαν σήμερα δεν ήταν;
πολέμου μαύρα σύννεφα
την κώμη μου καλύψαν…

– Μάνα μου…γιατί μ’ έδωσες;
γιατί είμαι σε ξένα χέρια;

– δε σ’έδωσα…σε πήρανε
σαν σήμερα από μένα
χωρίσανε το σώμα μου
τώρα δεν είμαστε ένα.

Κόρη μου,ξέρω πως πενθείς,
πενθώ κι εγώ μαζί σου
ο πόνος είν’αβάσταχτος
και φρέσκια η πληγή σου.

Κόρη μου ,σαν σε πήρανε κραυγές παντού ακουστήκαν
και την καρδιά ξερίζωσαν…για δάκρυα…έβγαινε αίμα
ο πόνος απερίγραπτος,δε ‘γιάναν οι πληγές μου
τι κι αν …τις καλύψανε…δε ξέχασα ποτέ μου…

-Μάνα, γιατί με πήρανε απ’ τα δικά σου χέρια;
-Οι ομορφιές σου κόρη μου…
σαν τ’ουρανού τ ‘ αστέρια.

-Μάνα γι αυτό με σύρανε
σα σκλάβα σε παζάρι;
αρχοντικά μεγάλωσα
δίπλα σου είχα καμάρι.

Μάνα μου αλλιώς έμαθα,
μ’ αγάπη να με βλέπουν
με αίμα άδικο,με πότισαν
σημάδια παντού μου έχουν.

Αίμα αθώων…που ξυπνά
και σήμερα ουρλιάζει
Γιατί;;;; και εγώ αυτό ρωτώ
η ψυχή δεν αγαλλιάζει.

Κι αυτοί που χάθηκαν…
ποτέ ξανά δεν είδαν…
αδέρφια,φίλους συγγενείς
τι έγιναν που πήγαν;

Πως να ξεχάσω ,πως μπορώ
κάθε λεπτό ματώνω
με το ‘να χέρι λεύτερο,
τ’άλλο αλυσοδεμένο,
και στην καρδιά τα σύρματα
το σώμα μοιρασμένο.
Πονάει το συρματόπλεγμα
έθρεψε στο κορμί μου
δεν είναι τα σημάδια του μα η
αιώνια πληγή μου…

Κόρη μου τα πλούτη μας ,τη δόξα..η Ιστορία
φθονήσαν ξένα βλέμματα
κι αρπάζουν με τη βία
μα όσο κι αν μας ταπεινώνουνε
όσο κι αν μας βασανίζουν
πάλι ξαναγεννιόμαστε
αυτό δεν το  δεν ορίζουν.

Το πνεύμα το ελληνικό
θα ζει για πάντα… αιώνια
Της Μεσογείου αρχόντισσες
θα είμαστε για…χρόνια!